Γυναικολογικές νεοπλασίες - 2ο μέρος


Από το Θρασύβουλο Ακρίβο
Μαιευτήρας - Γυναικολόγος με εξειδίκευση στη Γυναικολογική - Ογκολογία,
Δ/ντής Τμήματος Γυναικολογικής Ογκολογίας
Μαιευτηρίου ΛΗΤΩ


Οι διάφορες μορφές καρκίνου του γυναικείου γεννητικού συστήματος μαζί με τον καρκίνο του μαστού είναι επιδημιολογικά πολύ σημαντικές νοσολογικές οντότητες σε παγκόσμια κλίμακα. Κλειδί για την αντιμετώπισή τους είναι η έγκαιρη διάγνωση καθώς έτσι μπορούμε να ακολουθήσουμε ηπιότερες μορφές θεραπείας και να αυξήσουμε τις πιθανότητες ίασης.

Καρκίνος ενδομητρίου

Ο καρκίνος του ενδομητρίου είναι ο συχνότερος γυναικολογικός καρκίνος και ο πέμπτος σε συχνότητα στις γυναίκες (περίπου 42.000 θάνατοι κάθε χρόνο σε όλο τον κόσμο). Προσβάλλει κυρίως άτομα μετεμμηνοεπαυσιακά, με μέση ηλικία διάγνωσης τα 60 έτη.

Πολλοί παράγοντες έχουν βρεθεί να λειτουργούν ως προδιαθεσικοί, με διαφορετικό βαθμό σχετικού κινδύνου ο καθένας (Relative Risk RR). Είναι γενικά αποδεκτό πως κάθε ένας που αυξάνει την έκθεση του ενδομητρίου σε μη αντιρροπούμενα οιστρογόνα λειτουργεί ως επιβαρυντικός (διαταραχές ωορρηξίας, παχυσαρκία, υπέρταση, σακχαρώδης διαβήτης, πρόωρη εμμηναρχή, καθυστερημένη εμμηνόπαυση, λήψη ταμοξιφαίνης κ.ά.).

Διαγνωστικές μέθοδοι για τη δευτερογενή πρόληψη του καρκίνου του ενδομητρίου, ώστε η νόσος να διαγνωστεί σε προδιηθητικό στάδιο, δεν υπάρχουν. Η χρήση του διακολπικού υπερηχογραφήματος, η δειγματοληψία του ενδομητρίου για κυτταρολογική εξέταση ή η μέτρηση καρκινικών δεικτών σε γυναίκες χωρίς παράγοντες κινδύνου δεν έχουν αποδώσει. Αντίθετα, στην ομάδα ασθενών υψηλού κινδύνου η στενή παρακολούθηση με διακολπικό υπερηχογράφημα και η βιοψία (διαγνωστική απόξεση υστεροσκόπηση) φαίνεται πως είναι χρήσιμες. Συμπερασματικά, στο καρκίνωμα του ενδομητρίου δεν υπάρχει αξιόπιστη, απλή διαγνωστική εξέταση έγκαιρης διάγνωσης της νόσου, που να χρησιμοποιηθεί σε επίπεδο μαζικού πληθυσμιακού ελέγχου. Όμως, κάθε εμμηνοπαυσιακή γυναίκα, που παρακολουθείται σωστά και εμφανίζει υπερηχογραφικά πεπαχυμένο ενδομήτριο ή ασύμβατη για την ηλικία της αιμόρροια, οφείλει να αντιμετωπίζεται με διαγνωστική απόξεση ενδομητρίου, ώστε εγκαίρως να διαγνωστεί η νόσος.


Καρκίνος ωοθηκών σαλπίγγων και περιτοναίου

Ο καρκίνος των σαλπίγγων και του περιτοναίου παρουσιάζει παρόμοια με των ωοθηκών βιολογική συμπεριφορά, κλινική συμπτωματολογία, σημειολογία, πορεία και πρόγνωση και κατά συνέπεια αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο με τον καρκίνο των ωοθηκών.

Ως προς την πρωτογενή και τη δευτερογενή πρόληψή του, ο καρκίνος των ωοθηκών είναι το πιο δυσεπίλυτο πρόβλημα σε σύγκριση με όλες τις άλλες μορφές καρκίνου του γυναικείου γεννητικού συστήματος.

Σημαντικό πρόβλημα είναι ο καθορισμός του πληθυσμού-στόχου, γνωστού όντος ότι το 90% των ωοθηκικών καρκίνων εμφανίζεται σε γυναίκες στην εμμηνόπαυση.

Τρείς μέθοδοι έχουν γενικά προταθεί στην κατεύθυνση αυτή: η αμφίχειρη γυναικολογική εξέταση, ο προσδιορισμός νεοπλασματικών δεικτών στο αίμα (με επικρατέστερους τους CA-125, CA 72-4, M-CSF και TAG-72,4) και το υπερηχογράφημα. Η διαγνωστική αξία του υπερηχογραφήματος τελευταία με τη χρήση τρισδιάστατης υπερηχογραφίας, έγχρωμου και Power Doppler, έχει βελτιωθεί.

Εάν οι τρεις παραπάνω αναφερόμενες μέθοδοι συνδυαστούν και αξιολογηθούν σωστά, μπορούν να βοηθήσουν στην έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου αυτού, χωρίς όμως να είναι δυνατόν να λύσουν το πρόβλημα απόλυτα.


Καρκίνος αιδοίου

Ο καρκίνος του αιδοίου είναι νόσος του έξω γεννητικού συστήματος και συνεπώς μακροσκοπικά ορατή. Προσβάλλει συνήθως γυναίκες προχωρημένης ηλικίας (μέση ηλικία 68 έτη) και χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση τοπικά στα χείλη του αιδοίου ή στην κλειτορίδα εξωφυτικής ή ελκωτικής βλάβης, με χαρακτηριστικό σύμπτωμα τον κνησμό. Η απλή ετήσια γυναικολογική εξέταση είναι σε θέση να διασφαλίσει την έγκαιρη διάγνωση της νόσου.